Τρίτη 29 Ιουλίου 2014

Καλωσορίσατε στην τρίτη Ιντιφάντα…

Μετά την Γάζα, η εξέγερση της Παλαιστίνης θα εξαπλωθεί στην Δυτική Όχθη.

Δεδομένης της έντασης του συνεχιζόμενου πολέμου μεταξύ της Χαμάς και του Ισραήλ στην Γάζα, είναι εύκολο να ξεχνάμε ότι η τρέχουσα κρίση ξεκίνησε σε ένα διαφορετικό μέρος τής Παλαιστίνης. Η απαγωγή και η δολοφονία τριών Ισραηλινών εφήβων στην Δυτική Όχθη οδήγησε στην σοβαρή ισραηλινή καταστολή τής Χαμάς, η οποία απάντησε με ένα μπαράζ ρουκετών κατά του Ισραήλ από την Γάζα.


Εν τω μεταξύ, η δολοφονία ενός παλαιστίνιου εφήβου από Εβραίους εξτρεμιστές πυροδότησε αρκετές ημέρες βίαιων διαμαρτυριών από τους Παλαιστίνιους στην ανατολική Ιερουσαλήμ και αλλού. Η αλλαγή τού τόπου διεξαγωγής των συγκρούσεων εξυπηρέτησε τα συμφέροντα του Ισραήλ, εκτρέποντας την σύγκρουση μακριά από τις ευαίσθητες και στρατηγικά ευπαθείς περιοχές.


Για τους Ισραηλινούς πολιτικούς, άλλος ένας συγκεντρωμένος πόλεμος εναντίον τής Γάζας ήταν προτιμότερος από την πιθανότητα μιας νέας εξέγερσης της Δυτικής Όχθης εναντίον τού Ισραήλ, παρόμοια με τις λεγόμενες intifadas που σημειώθηκαν στα τέλη τής δεκαετίας τού 1980 και στις αρχές τής δεκαετίας τού 2000. Σε αντίθεση με αυτά που μπορεί να ήλπιζαν οι Ισραηλινοί, όμως, ο σημερινός πόλεμος έχει κάνει μια τρίτη ιντιφάντα περισσότερο, όχι λιγότερο, πιθανή.


Στο μεγαλύτερο μέρος τής περασμένης δεκαετίας, η εκ των πραγμάτων πολιτική τού Ισραήλ ήταν να εμβαθύνει την παλαιστινιακή γεωγραφική και πολιτική διαίρεση, διατηρώντας το σχίσμα μεταξύ της κυριαρχούμενης από την Φατάχ, Παλαιστινιακής Αρχής (ΠΑ) στην Δυτική Όχθη και την -κυβερνώμενη από την Χαμάς- Λωρίδα τής Γάζας. Παρά το γεγονός ότι η σημερινή ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει κρύψει την αντίθεσή της σε κάθε παλαιστινιακή κυβέρνηση που περιλαμβάνει ή έστω αποδέχεται την Χαμάς, την οποία θεωρεί ως επικίνδυνη τρομοκρατική οργάνωση που είναι πέρα από τον πολιτικό χώρο, η ισραηλινή πολιτική τής απομόνωσης της Γάζας από την Δυτική Όχθη άρχισε πριν από άνοδο της Χαμάς στην εξουσία.


Στην πραγματικότητα, ήταν το κλείσιμο των συνόρων τής Γάζας στα τέλη τού 2005, λίγο αφότου το Ισραήλ απομάκρυνε μονομερώς εποίκους και στρατιώτες του από την Γάζα, που βοήθησε να ανοίξει ο δρόμος για την εκλογή τής Χαμάς και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον ατελείωτο κύκλο τής βίας στην Γάζα που βλέπουμε σήμερα. Όπως το έθεσε τότε ο Dov Weissglas, ο επιτελάρχης τού πρώην πρωθυπουργού τού Ισραήλ, Αριέλ Σαρόν, η αποχώρηση του Ισραήλ από την Γάζα θα χρησιμεύσει ως «φορμαλδεΰδη …, έτσι ώστε δεν θα υπάρξει μια πολιτική διαδικασία με τους Παλαιστίνιους». Αφήνοντας την Γάζα χαλαρή, μαζί με το 1,5 εκατομμύριο Παλαιστινίους της, το Ισραήλ θα μπορούσε στην συνέχεια να επικεντρωθεί στην εδραίωση του ελέγχου του στην Δυτική Όχθη και στον εποικισμό της.


Έκτοτε το Ισραήλ, με την αμερικανική και διεθνή υποστήριξη, έχει αντιμετωπίσει το Παλαιστινιακό ως δύο ξεχωριστές συγκρούσεις, αντί για μια. Με το να διατηρείται η συνεργασία για την ασφάλεια και οι διπλωματικές σχέσεις με την Φατάχ στην Δυτική Όχθη, το Ισραήλ ήλπιζε να διατηρήσει την ηρεμία στις περιοχές που γειτνιάζουν με τα κύρια κέντρα τού πληθυσμού του, καθώς και στο ίδιο το έργο τού εποικισμού. Την ίδια στιγμή, με το να αντιμετωπίζει την Γάζα (που ελέγχεται από την Χαμάς) ως μια αέναη «εχθρική οντότητα», με μπλόκα σε αέρα, γη και θάλασσα, το Ισραήλ διατηρούσε το δικαίωμα να πηγαίνει σε τακτά χρονικά διαστήματα σε πόλεμο εναντίον τής Γάζας, μια διαδικασία που οι Ισραηλινοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι αναφέρονται ως «το κούρεμα του γκαζόν».


Με τον τρόπο αυτό, το Ισραήλ θα απέφευγε την υποχρέωση να ασχοληθεί με τις βαθύτερες αιτίες τής σύγκρουσης, κυρίως την 46ετή κατοχή τής Δυτικής Όχθης και της Λωρίδας τής Γάζας. Αυτό έχει δημιουργήσει το χειρότερο όλων των πιθανών αποτελεσμάτων, αυξάνοντας ταυτόχρονα την πιθανότητα βίαιων συγκρούσεων με την Χαμάς, ενώ μειώνεται η πιθανότητα επίλυσης της σύγκρουσης με την Παλαιστινιακή Αρχή τού Αμπάς.


Για ένα διάστημα, η στρατηγική «διαίρει και βασίλευε» φαινόταν να λειτουργεί, χάρη σε μεγάλο βαθμό στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις άλλες δυτικές δυνάμεις που αρνήθηκαν να αποδεχθούν την συμμετοχή τής Χαμάς στο Παλαιστινιακό ενώ ουσιαστικά υποστήριζαν την πολιορκία τής Γάζας. Ο μύθος ότι το Ισραήλ θα μπορούσε με κάποιο τρόπο να κάνει ειρήνη με μια ομάδα Παλαιστινίων, ενώ την ίδια στιγμή να κάνει πόλεμο με μια άλλη τελικά συνετρίβη τον Απρίλιο, όταν η Φατάχ και η Χαμάς κατέληξαν σε μια νέα συμφωνία συμφιλίωσης, η οποία, για πρώτη φορά σε επτά χρόνια, εγκαθίδρυσε μια ενιαία παλαιστινιακή κυβέρνηση, τόσο στην Δυτική Όχθη και στην Γάζα.


Ωστόσο, παρά την ονομαστική ενότητα μεταξύ των δύο μεγαλύτερων πολιτικών παρατάξεων της Παλαιστίνης, η πολιτική ατζέντα τής καθεμιάς παραμένει σε μεγάλο βαθμό αλληλοαναιρούμενη. Η Φατάχ έχει αποκηρύξει την πολιτική βία και έχει δεσμευθεί σε μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων με το Ισραήλ˙ Η Χαμάς – όπως δείχνει η τρέχουσα κρίση – διατηρεί το δικαίωμα να συμμετέχει στην ένοπλη αντίσταση. Η αδυναμία των παλαιστινιακών παρατάξεων να συμφωνήσουν σε μια κοινή στρατηγική είναι ένας λόγος για τον οποίο δεν έχουμε δει ακόμα την έκρηξη μιας πλήρους παλαιστινιακής εξέγερσης.


Ακόμη και εν μέσω της τρέχουσας σύγκρουσης στην Γάζα, ούτε η Φατάχ, ούτε η Χαμάς θεωρούν την παρούσα στιγμή ως ευνοϊκή για μια εξέγερση στην Δυτική Όχθη. Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, ο οποίος αναφέρθηκε, στην προηγούμενη παλαιστινιακή εξέγερση ως «ένα από τα χειρότερα λάθη μας», καταλαβαίνει ότι η επιστροφή τής Φατάχ στον ένοπλο αγώνα θα επιφέρει σκληρή αντίδραση από το Ισραήλ, παρόμοια με την καταστροφή που είχε προκληθεί από την δεύτερη Ιντιφάντα δώδεκα χρόνια νωρίτερα, και θέτει σε κίνδυνο την πολυπόθητη σχέση της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αν εγκαταλειφθεί η συνεργατική διπλωματία και στην θέση της επιλεγεί ο ένοπλος αγώνας.


Η Χαμάς, από την πλευρά της, ίσως να επιδιώκει να γλείψει τις πληγές της μετά από την παρατεταμένη αντιπαράθεση με το Ισραήλ και να ξαναχτίσει τις θέσεις της στην Γάζα, αντί να επεκτείνει τις προσπάθειές της στην Δυτική Όχθη.


Και οι δύο ομάδες, ωστόσο, θα μπορούσαν σύντομα να χάσουν την απροθυμία τους. Η μαζική στρατιωτική επιχείρηση του Ισραήλ στην Λωρίδα τής Γάζας – η τρίτη του σε λιγότερο από έξι χρόνια – έχει ήδη στοιχίσει την ζωή σε περισσότερους από χίλιους Παλαιστίνιους, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν άμαχοι, ενώ 44 Ισραηλινοί, οι περισσότεροι από αυτούς στρατιώτες, έχουν επίσης σκοτωθεί. Ο θυμός για την μοίρα τού κακοποιημένου πληθυσμού τής Γάζας έχει προκαλέσει διαμαρτυρίες από τους συναδέλφους Παλαιστινίους τής Δυτικής Όχθης και στο Ισραήλ.


Η κινητοποίηση της περασμένης εβδομάδας έξω από την Ιερουσαλήμ, η μεγαλύτερη που έχει δει εδώ και δεκαετίες η Δυτική Όχθη, ανανέωσε τις προβλέψεις μερί μιας επικείμενης τρίτης ιντιφάντα. Η σχετική επιτυχία τής Χαμάς στο πεδίο τής μάχης έχει ενισχύσει την δημοτικότητά της, ενώ τονίζει την αντιληπτή ανικανότητα του Αμπάς.


Σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση, από τότε που ξεκίνησε η κρίση στην Γάζα, η λαϊκή υποστήριξη προς την Χαμάς έχει ξεπεράσει την υποστήριξη προς την Φατάχ, για πρώτη φορά εδώ και αρκετά χρόνια. Ακόμα κι έτσι, οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι κατανοούν τους περιορισμούς τής συμμετοχής σε ένοπλη πάλη ενάντια σε μια δεινή στρατιωτική δύναμη όπως το Ισραήλ. Ως εκ τούτου, παρά την πρόσφατη κατάρρευση των υπό αμερικανική ηγεσία ειρηνευτικών συνομιλιών, η διαπραγματευτική ατζέντα τού Αμπάς παραμένει σχετική.


Πιο σημαντικό, η συνεχιζόμενη καταστροφή στην Γάζα έχει αναγκάσει όλες τις παλαιστινιακές παρατάξεις για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια να συμπτυχθούν σε ένα μείζον πολιτικό θέμα (σε αντίθεση με τις διαδικαστικές ή διοικητικές υποθέσεις, οι οποίες ήταν στο επίκεντρο της πρόσφατης συμφωνίας συμφιλίωσης). Πράγματι, ένα από τα κύρια αιτήματα της Χαμάς ήταν να τηρήσει το Ισραήλ την συμφωνία συμφιλίωσης με την Φατάχ.


Κατά τις προηγούμενες συγκρούσεις στην Γάζα, η ηγεσία στην Δυτική Όχθη ήταν απρόθυμη να στηρίξει ανοιχτά την Χαμάς. Αυτοί οι υπολογισμοί σαφώς δεν ισχύουν πλέον. Μια έντονα διατυπωμένη δήλωση που εξέδωσε ο Γενικός Γραμματέας τού Οργανισμού για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Yaser Abed- Rabbo, ένας ένθερμος αριστερός που δεν είναι γνωστός ως σύμμαχος της Χαμάς, ήταν γεμάτη επαίνους για την «γενναία αντίσταση» της Γάζας και υποστήριξε πλήρως τις απαιτήσεις τής Χαμάς για κατάπαυση του πυρός και μια πλήρη άρση του 7ετούς οικονομικού αποκλεισμού τής Γάζας.


Αυτό δεν σημαίνει ότι η Φατάχ θα συμμετάσχει σε μια ένοπλη πάλη τού είδους που η Χαμάς έχει εξαπολύσει από την Γάζα ή ότι η Χαμάς θα ενταχθεί σύντομα στην Φατάχ εγκρίνοντας τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ. Αλλά αυτό μπορεί να σημαίνει ότι και οι δύο παρατάξεις, έχοντας αποδεχθεί τούς εγγενείς περιορισμούς των αντίστοιχων σχεδίων τους, είναι έτοιμες να συνεργαστούν για την ανάπτυξη μιας νέας εθνικής ατζέντας που να συναντιέται στα μισά του δρόμου, για παράδειγμα με την δημιουργία μιας εκστρατείας μη-βίαιης πολιτικής αντίστασης και στα κατεχόμενα εδάφη και στην διασπορά.


Με άλλα λόγια, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Γάζα μπορεί να έπεισε τις δύο παρατάξεις για την ματαιότητα του να συνεχίσουν να εργάζονται για αντίθετους σκοπούς. Αν όχι, οι Παλαιστινιακές ελίτ έχουν κάθε λόγο να περιμένουν ότι η επόμενη Ιντιφάντα θα κατευθύνεται τόσο σε αυτές όσο και στην ισραηλινή κατοχή.


Υπό αυτή την έννοια, θα ήταν μάταιο για το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντιταχθούν στην παλαιστινιακή ενότητα και την πολιτική συνεργασία μεταξύ της Χαμάς και της Φατάχ. Στην πραγματικότητα, κάτι τέτοιο θα ήταν επιβλαβές όχι μόνο για τους Παλαιστίνιους αλλά για τα συμφέροντα του Ισραήλ καθώς και για τον στόχο μιας λύσης δύο κρατών. Το ανθρώπινο και υλικό κόστος που επιβαρύνει τους Παλαιστίνιους της Γάζας ήταν απαράδεκτα υψηλό.


Αλλά οι ηθικές, πολιτικές, και ίσως ακόμη και οι νομικές συνέπειες της απομόνωσης και του κατά διαστήματα σφοδρού βομβαρδισμού τής Γάζας μπορεί κάποια μέρα να αποδειχθεί εξίσου δαπανηρό για το Ισραήλ. Αν και δεν είναι ακόμη σαφές το πώς ή το πότε θα τελειώσει η τελευταία κρίση στην Γάζα, μια επιστροφή στο status quo χωρίς να αντιμετωπιστεί οποιοδήποτε από τα βασικά ζητήματα της τρέχουσας κρίσης απλώς θα δημιουργήσει τον επόμενο πόλεμο στην Γάζα σε ένα ή δύο ή τρία χρόνια στο μέλλον. Τελικά, το θέμα τής ασφάλειας του Ισραήλ δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από την συνεχιζόμενη κατοχή του, συμπεριλαμβανομένης της συνεχιζόμενης πολιορκίας τής Γάζας.


Οποιαδήποτε ουσιαστική συμφωνία κατάπαυσης του πυρός θα πρέπει να περιλαμβάνει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το άνοιγμα των συνόρων τής Γάζας˙ 1,8 εκατομμύρια κάτοικοι της Γάζας έχουν υποφέρει για πάρα πολύ καιρό και δεν θα πρέπει να περιμένουν μια οριστική ειρηνευτική συμφωνία για να απολαύσουν κανονικές οικονομικές σχέσεις με τον έξω κόσμο. Αυτό θα δώσει επίσης την ευκαιρία στην Παλαιστινιακή Αρχή τού Αμπάς να αποκαταστήσει μια παρουσία στην Γάζα και να εδραιώσει την παλαιστινιακή ενότητα.


Επειδή ούτε το Ισραήλ ούτε η Αίγυπτος εμπιστεύονται την Χαμάς, οποιαδήποτε ομαλοποίηση στα σύνορα της Γάζας θα απαιτήσει από την Παλαιστινιακή Αρχή να αστυνομεύει τις διελεύσεις των συνόρων τής Γάζας. Οι λεπτομέρειες μιας τέτοιας ρύθμισης θα πρέπει να εκπονηθούν σε πολυμερή βάση μεταξύ Αιγύπτου, Ισραήλ, Χαμάς και Παλαιστινιακής Αρχής τού Αμπάς. Όμως, προκειμένου να αποφευχθεί η αντίληψη ότι η Παλαιστινιακή Αρχή επιστρέφει στην Γάζα στις πλάτες των ισραηλινών αρμάτων μάχης, οι πραγματικοί όροι τής συμφωνίας θα πρέπει να κατοχυρώνονται σε μια εσωτερική συμφωνία μεταξύ της Παλαιστινιακής Αρχής και της Χαμάς, για παράδειγμα, ως τροποποίηση της συμφωνίας τής παλαιστινιακής συμφιλίωσης, και όχι ως μέρος τής συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός με το Ισραήλ.


Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί, αφενός ότι όλα τα μέρη θα πάρουν κάτι από την συμφωνία, αφετέρου ότι ο καθένας έχει ένα μερίδιο σε αυτό που παίρνουν οι άλλοι επίσης.


Η επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, ιδίως στο πλαίσιο του πολέμου και μετά από μεγάλη αιματοχυσία. Αλλά δεν είναι αδύνατη. Ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση έγκειται στο να πεισθούν οι Αμερικανοί και ιδιαίτερα οι Ισραηλινοί ηγέτες για την ανάγκη να ξεπεράσουν την αντίστασή τους στην συμμετοχή τής Χαμάς στην παλαιστινιακή πολιτική. Αλλά και οι δύο χώρες πρέπει να αναγνωρίσουν ότι το status quo της διαιρεμένης ηγεσίας έχει κάνει απλώς πιο πιθανές και πιο συχνές τις βίαιες συγκρούσεις, κάτι που είναι πιθανό να φέρει ακόμη μεγαλύτερο κόστος για όλες τις πλευρές την επόμενη φορά. Την ίδια στιγμή, εάν ελπίζουν να αποφύγουν μια τρίτη ιντιφάντα, θα πρέπει να γίνουν σοβαροί σχετικά με τον τερματισμό της ισραηλινής κατοχής, μια για πάντα.


KHALED ELGINDY, συνεργάτης στο Κέντρο Saban για την Πολιτική τής Μέσης Ανατολής στο Ινστιτούτο Brookings. Υπηρέτησε ως σύμβουλος στην Παλαιστινιακή Αρχή στις διαρκείς διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ την περίοδο 2004-2009. ForeignAffairs






from hellasforce | Ανεξάρτητο Ειδησεογραφικό Δίκτυο http://ift.tt/1AwcW2U

via IFTTT

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου